Details
Nothing to say, yet
Details
Nothing to say, yet
Comment
Nothing to say, yet
Once upon a time, there was a young boy who loved to draw. He drew a picture of an elephant being eaten by a cow, but the adults misunderstood it. Feeling discouraged, he gave up drawing and decided to become a pilot instead. He flew around the world and saw how small and funny the adults looked. He even talked to birds, who understood him better than the humans did. One day, his plane broke down and he landed on a deserted hill. There, he met a little boy who asked him to draw a sheep. The boy rejected all the drawings until the boy drew a box and said that the sheep was inside. The boy was happy and revealed that he was from a tiny planet called B612. The young boy had a sad life, taking care of a special flower that could be eaten by baobab trees. The young boy traveled to different planets, encountering a king who needed him to obey, a vain man who wanted admiration, and others who didn't understand Καλωσόρησες την ιστορία μας. Πριν ξεκινήσουμε, αφιέρωσε λίγες στιγμές για να χαλαρώσεις. Ξάπλωσε αναπαυτικά και βολέψου κάτω από τα σκεπάσματα. Άφησε όλες τις σκέψεις σου να φύγουν. Δεν έχει σημασία τι έγινε πιο πριν και το αύριο μπορεί να περιμένει. Αυτός ο χρόνος είναι ολόδικος. Επίτρεψες το σώμα σου να βουλιάξει στο κρεβάτι σου. Άφησε τα πόδια σου ελεύθερα. Νιώσε τη μέση σου να χαλαρώνει. Άφησε την πλάτη σου βαριά στο κρεβάτι. Νιώσε το στήθος σου να χαλαρώνει και να διώχνει από πάνω του με κάθε εκνοή όλες τις συντάσεις της ημέρας. Άφησε τα χέρια σου ελεύθερα και βαριά. Ρίξε τους ώμους σου και νιώσε τον αυχένα σου χαλαρό. Άφησε το σαγόνι σου να πέσει. Κλείσε τώρα τα μάτια σου και πάρε μία αργή, βαθιά αναπνοή. Και τώρα που βολευτήκαμε, ας ξεκινήσουμε την ιστορία μας. Κάποτε ήμουν μικρός, όπως όλοι. Και τότε που ήμουν μικρός, είχα ένα κομμάτι χαρτί και μερικά μολύβια με χρώμα. Έπιασα το χαρτί και τα μολύβια και σωγράφισα έναν ελέφαντα που τον είχε καταπεί ένας βόας. Έτσι είχα διαβάσει ότι οι βόες καταπίνουν τη λία τους ολόκληρη. Έφτιαξα το σώμα του ελέφαντα και από πάνω του το σώμα του βόα. «Πώς σας φαίνεται η ζωγραφιά μου» ρώτησα τους μεγάλους. «Πολύ ωραίο καπέλο» μου απάντησαν. «Μα δεν είναι καπέλο αυτό που ζωγράφισα» τους είπα και αυτοί γέλασαν. Τότε εγώ ζωγράφισα μέσα στο σώμα του βόα το σώμα του ελέφαντα. Έβαλα τα μεγάλα του αυτιά, την προβοσκίδα και τους χαβλιόδοντες. Τις άρες στο σώμα του και τα χοντρά του πόδια, όλα τα έβαλα. Και ξαναρώτησα τους μεγάλους αν τους αρέσει το σχέδιό μου. Αλλά εκείνοι με ρωτούσαν τι είναι αυτό και τι είναι εκείνο. «Τι περίεργη που είναι η μεγάλη» «Δεν καταλαβαίνουν και πάντα πρέπει να εξηγείς και αυτό είναι πολύ κουραστικό». Στο τέλος μου είπα να φωσιωθώ καλύτερα στα μαθήματά μου, στην ιστορία και τη γεωγραφία, στα μαθηματικά και τη χημεία και να αφήσω τη ζωγραφική. Κι εγώ άκουσα τους μεγάλους. Γιατί όταν είσαι μικρός είναι εύκολο να σκεφτήσουν με τα λόγια τους. Και να ρωτιόμουν τι επάγγελμα να κάνω. Το σκέφτηκα μέρες και νύχτες στο ξύπνιο και στον ύπνο μου. Και το βρήκα μια μέρα που κοίταξα ψηλά. Κοίτας στον ουρανό ένα πουλί να πετάει. «Αεροπόρος θα γίνω» είπα. Κι έγινα. Να πετώ κι εγώ εκεί ψηλά. Να βλέπω από πάνω τα βουνά. Να μπαίνω μες στα σύννεφα να χάνομαι. Τον ήλιο πιο κοντά μου να αισθάνομαι. Πήρα ένα αεροπλάνο με φτερά από ατσάλι και μια στολή αεροπόρο από κλωστή γερή που αντέχει στον αέρα και έμαθα να οδηγώ στους δρόμους του ουρανού. Πέρασα όλες τις πόλεις του κόσμου και όλες τις θάλασσες. Είδα πολλούς ανθρώπους να περπατάνε από κάτω. Είδα τους μεγάλους να φαίνονται σαν ερμήγκια. Μα τι αστείοι που ήταν! Καμιά φορά μιλούσα με τα πουλιά. Καμιά φορά με τους ανθρώπους. Τα πουλιά με καταλάβαιναν καλύτερα από τους ανθρώπους και έτσι αποφάσισα να μιλάω μόνο σε αυτά. Ώσπου μια μέρα, ο κινητήριος του αεροπλάνου μου χάλασε. Έπεσα σε έρημο αχανή, με τη χαλασμένη μηχανή, μόνος πάνω σε ένα λοφάμου. Η ησυχία γύρω, η χαρά μου. Όλη την ημέρα έφτιαχνα τον κινητήρα και το βράδυ έπεσα αποκαμωμένος να κοιμηθώ. Πέρασε το βράδυ και χάραξε ο ήλιος και τότε μια φωνούλα με ξύπνησε. Μια λεπτή φωνή που δεν είχα ξανακούσει και που με έκανε να θέλω να της μιλήσω. «Κάνε μου μια ζωγραφιά», μου είπε καθώς άνοιγα τα μάτια. Ένα μικρό αγόρι καθόλου μου ένα παράξενο ανθρωπάκι τόσο δούλοι με ξανθά μαλλιά και ένα μαντήλι στο λαιμό του. Όταν ήδη την ξύπνησα μου είπε ξανά «Μια ζωγραφιά μονάχα ένα αρνάκι» και μου έδωσε μολύβι και χαρτάκι. «Δεν μπορώ αγόρι μου κάποτε η μεγάλη μου είπε να παρατήσω τη ζωγραφική και να κάνω κάτι άλλο». «Τι άλλο» ρώτησε το αγόρι. «Κάτι άλλο για τους μεγάλους πιο μεγάλο» του είπα. Το αγόρι όμως επέμενε. Πήρα τότε το μολύβι και ζωγράφισε ένα βόα και το έδωσε. Το βόα Πήρα τότε το μολύβι και ζωγράφισε ένα βόα που είχε φάει έναν ελέφαντα. «Όχι βόα που έχει φάει ελέφαντα» μου είπε το αγόρι. Το κοίταξα με έκπληξη. Δεν πίστευα στα αυτιά μου. Κατάλαβε το σχέδιό μου. Εκείνο το πρώτο. Το δικό μου. Αλλά πριν προλάβω να σκεφτώ κάτι άλλο το αγόρι μου ξαναζήτησε να ζωγραφίσω Έφτιαξα ένα αλλά το αγόρι πέταξε το χαρτί μακριά. «Αυτό το αρνάκι είναι άρρωστο» μου είπε. «Εγώ θέλω ένα άλλο» και μου έδωσε νέο χαρτί. Ζωγράφισα τότε ένα άλλο αρνάκι αλλά το αγόρι πήρε το χαρτί και το πέταξε πάλι. «Αυτό δεν είναι αρνί είναι κρυάρι» μου έδωσε και έβγαλε ένα καινούργιο χαρτί μπροστά μου και πάλι ζωγράφισα και πάλι πέταξε το χαρτί και μου είπε «Αυτό το αρνί είναι γέρικο ζωγράφισε μου ένα που θα ζήσει πολύ» και έβγαλε μια ακόμη άσπρη κόλλα μπροστά μου την έβλεπα και σκεφτόμουν «Τι να κάνω τώρα» «Πώς όλα τα απορρίπτει ο μικρός και εγώ δεν έχω τόση υπομονή δέκα φορές να φτιάχνω το αρνί» και έτσι έφτιαξα ένα κουτί «Να το αρνί σου» είπα στο αγόρι «Είναι εδώ μέσα» τότε ο σωδούλιο αγόρι γέλασε και πήρε τη ζωγραφιά να τη κοιτάξει καλύτερα «Ναι είναι ακριβώς όπως το θέλω το αρνί αυτό τόσο μικρό όσο πρέπει για να χωράει στον τόπο μου» έτσι γνώρισα τον μικρό πρίκυπα πέρασαν μέρες για να τον καταλάβω μου έκανε συνέχεια ρωτήσεις όπως έτανε εγώ κάποτε στους μεγάλους ρωτούσε για τη στολή μου και το αεροπλάνο μου και εγώ του έλεγα ό,τι ήξερα «Ώστε έρχεσαι κι εσύ από τον ουρανό» μου είπε όταν κατάλαβε ότι πετάω «Από ποιον πλανήτη είσαι» με ρώτησε και το πρόσωπο του έλαμψε σαν να βρήκε επάνω μου κάτι πολύ δικό του «Εσύ από ποιον πλανήτη ήρθες» ρώτησα αλλά ο μικρός πρίγκιπας δεν απάντησε έβγαλα από την τσέπη τη ζωγραφιά μου και την κοίταξε θλιμμένα εγώ όμως επέμεινα «Πες μου μικρό αγόρι από πού είσαι και θα σου δώσω ένα πασαλάκι να δένεις το αρνάκι σου εκεί για να μην το χάσεις» το αγόρι με κοίταξε παραξενεμένο «Γιατί να δέσω το αρνάκι μου» ρώτησε «Δεν πρόκειται να χαθεί το κόσμο πλανήτης είναι μικρός ίσα ίσα χωράει εμένα και το αρνί μου» «Μάλιστα αυτό ήταν λοιπόν ένας πλανήτης μικρός από εκείνους που δεν βλέπουν τα μικροσκόπια και που δεν έχει όνομα ίσως μόνο έναν αριθμό να του έχουν δώσει Β612 ίσως αρέσουν στους μεγάλους οι αριθμοί μιλάνε με αριθμούς διασκεδάζουν με αριθμούς χαίρονται και λυπούνται με αριθμούς μια ολόκληρη ζωή μετράνε τους λέγει έναν ωραίο κήπο σε ρωτάνε πόσα λουλούδια έχει τους μιλάς για θαυμάσια τοπία ρωτάνε πόσο κάνει το εισιτήριο για να πας εκεί τους περιγράφεις έναν σπουδαίο πίνακα αν ρωτιούνται πόσο τον πουλάει ο ζωγράφος πόσες ώρες είναι το ταξίδι πόσο κάνει αυτό το τουστολίδι πόσα παίρνεις τη δουλειά πολλά ή λίγα πόσο ξυγκιβράζεις από τη μήγα έτσι σκέφτονται οι μεγάλοι αν τους πεις έναν αριθμό μόνο τότε καταλαβαίνουν γι' αυτό αν τους πω ότι γνώρισα έναν μικρό πρίγκιπα που ζει στον πλανήτη Β612 σίγουρα θα με πιστέψουν γιατί τον γνώριζε γιατί τον γνώρισα ήταν ο φίλος που πάντα αναζητούσα πόσο μου λείπει τώρα που έχει φύγει προσπαθώ να τον ζωγραφίσω με το μολύβι αλλά μου ξεφεύγουν οι λεπτομέρειες εκείνες υπάρχουν μέσα μου μόνο θα σας τις πω κι εσείς προσπαθήστε να τις ζωγραφίσετε στο μυαλό σας Αυτός ο πρίγκιπας είναι ο πρώτος που μου έδωσε Αυτός ο πρίγκιπας ζούσε σε έναν πλανήτη μικρό και τον φιλούσε μέρα και νύχτα έπρεπε να τον φροντίζει και έπρεπε να ξεπαστρεύει ό,τι έκανε τη ζωή του δυσάρευτη εκεί πάνω το κακό που σου παίρνεις θερισέ το πριν θεριέψει κι εκεί στον πλανήτη του μικρού πρίγκιπα ένα φοβερό κακό υπήρχε οι σπόροι του μπαμπ αν φύτρωναν και γίνονταν μεγάλα δέντρα τα καταλάμεναν όλον τον πλανήτη γι' αυτό χρειαζόταν το αρνί γιατί τα αρνιά τρώνε τα δεντράκια αλλιώς έπρεπε ο ίδιος να τα ξεριζώνει ξανά και ξανά και δεν μπορούσε να αναβάλει τη δουλειά αυτή ήταν ζήτημα ζωής και θανάτου είναι μια δουλειά που πρέπει να την κάνεις χωρίς καθυστερήσεις τη στιγμή που θα προκύψει όπως εκείνοι οι άνθρωποι στα δυόδια που πρέπει να δίνουν συνεχώς ρέστα στους οδηγούς μόλις σταματήσουν τέτοιο δύσκολο πόστο είχε ο μικρός πρίγκ μας κι όσο μιλούσαμε τόσο καταλάβαινα τη μελαγχολική ζωή του μέχρι που μου είπε ότι του αρέσουν τα ηλιοβασιλέματα όταν σε αρέσει να βλέπεις τη δύση σίγουρα έχεις μελαγχολική ζωή σε τλίβει κάτι που σε ορίζει κι ο ήλιος που δίει σου το θυμίζει μια μέρα είδα τον ήλιο να δίει 40 φορές μου είπε ο μικρός πρίγκ μας αλήθεια ήταν τόσο θλιμμένος μια άλλη φορά ένιωσα πολύ άσχημα ήθελε να μιλήσουμε για τα σπάνια λουλούδια που τα τρώνε τα αρνάκια αλλά εγώ ήμουν πολύ αποσχολημένος με τον κινητήρα μου και τον αποπήρα κανείς όπως η μεγάλη μου είπε με θυμό κι αφού κιτρίνησε και κοκκίνησε και μελάνιασε και άσπρησε ξέσπασε σε αναφυλιτά τον πήρα στην αγκαλιά μου για να τον παρηγορήσω αλλά κι εγώ ο δόλαιος δεν ήξερα από πού να αρχίσω τώρα θα σας πω για τη μέρα που ο μικρός πρίγκιπας άφησε τον πλανήτη του συγύρισε όλο τον πλανήτη και πότισε το μοναδικό λουλούδι που είχε φυτρώσει πάνω του ένα λουλούδι που του μιλούσε κάθε μέρα και είχε αναπτύξει μαζί του μια σχέση σαν εκείνες που έχουν τα αδέρφια του είπα ντύο κινήσα άσχημα αλλά το είχε αποφασίσει κι άφηγε πέταξε σε άλλους πλανήτες στον 312 στον 325 και στον 333 στον πρώτο συνάντησε έναν βασιλιά που είχε ύφος περήφανο και μεγαλοπρεπές του άρεσε να δίνει διαταγές να έχει επικόους και να τον υπακούνε όλοι δεν ανεχόταν να υπακοεί μα δεν είχε κανέναν να διατάζει και να τον υπακοεί γι' αυτό ήθελε το μικρό πρίγκιπα κοντά του και του είπε μάλιστα ότι θα τον κάνει υπουργό αλλά εκείνος αποφάσισε να φύγει και για να προσφέρει στον βασιλιά την ικανοποίηση της εξουσίας του είπε βασιλιά μου διατάξτε με να φύγω κι εγώ θα υπακούσω αμέσως και ο βασιλιάς το έκανε τι παράξενη που είναι μεγάλη σκέφτηκε ο μικρός πρίγκιπας ευγόντας ο επόμενος πλανήτης στον οποίο προσγειώθηκε ήταν το σπίτι ενός ματαιόδοξου ξέρετε τι κάνουν οι ματαιόδοξοι θέλουν να τους θαυμάζεις σαν να είναι αυτοί και κανείς άλλος αλλά ακόμα κι αν δεν τους θαυμάζεις αυτοί νομίζουν ότι το κάνεις ο μικρός πρίγκιπας το ρωτούσε διάφορα πράγματα αλλά ο ματαιόδοξος δεν άκουγε τίποτα συνηθισμένο κι αυτός στους ματαιόδοξους ακούνε μόνο τους επένους κι αν δεν τους επενεί κανείς επενούν τον εαυτό τους λένε συνεχώς είμαι ο καλύτερος και πιο ωραίος είμαι και ο πιο έξυπνος βεβαίως απ' όλους τους ανθρώπους πρώτος είμαι εγώ εγώ σας τρώω όλους εγώ σας οδηγώ μα δεν οδηγείται κανέναν εδώ είστε μόνος σας και ποιος μιλάτε τον ρώτησε μια μέρα ο μικρός πρίγκιπας αλλά ο ματαιόδοξος δεν άκουσε πάλι θαύμαζε τον εαυτό του στον κατρέφτη στον τρίτο πλανήτη ζούσε ένας μπεκρής αυτός είχε πάντα σκυμμένο το κεφάλι από ντροπή ξέρετε γιατί ντρεπόταν επειδή ήταν μπεκρής άκουσον άκουσον τελικά οι μεγάλοι είναι πιο περίεργοι από όσο μπορείς να φανταστείς στον τέταρτο πλανήτη είχε το γραφείο του ένας επιχειρηματίας κι αυτός είχε σκυμμένο το κεφάλι αλλά όχι από ντροπή από σοβαρότητα έλεγε και ξανάλεγε ότι είναι σοβαρός γιατί δεν έχει χρόνο για χάσιμο γιατί μετράει συνεχώς συν και πλην επί και διά εκατόν ογδόντα εννιά πέντε τέσσερα κι εφτά σπίτια αστέρια και λεφτά αυτός μετρούσε και αστέρια και τα κατέθεται στην τράπεζα έτσι είπε στον μικρό πρίγκιπα ήταν δικά του γιατί τα είχε βρει πρώτος μα πείτε μου δεν είναι αλόκοτη ή μεγάλη ο πέμπτος πλανήτης ήταν πολύ μικρός ίσα που χωρούσε πάνω του ένας άνθρωπος κι ένα φανάρι αυτός ο άνθρωπος αναβόσμυνε το φανάρι όλη την ώρα κάθε λεπτό γιατί όπως έλεγε ο πλανήτης του γεννούσε πολύ γρήγορα και η μέρα κρατούσε πολύ λίγο ήταν πολύ κουρασμένος με αυτή τη δουλειά και του ίδιου του άρεσε ο ύπνος μα δεν μπορούσε να κοιμηθεί ούτε ένα λεπτό γιατί πρέπει να αναβοσβήνεις το φανάρι συνέχεια το ρώτησε ο μικρός πρίγκιπας γιατί είναι εντολή γιατί έχω ευθύνη το είπε ο άνθρωπος τι άτυχος άνθρωπος τι άτυχος άνθρωπος τι άτυχος άνθρωπος τι άτυχος άνθρωπος να του αρέσει ο ύπνος και να μην μπορεί να κοιμηθεί ούτε λεπτό αλλά αυτός είναι σίγουρα πιο συμπαθητικός από όλους τους προηγούμενους με αυτόν ο μικρός πρίγκιπας θα μπορούσε να κάνει παρέα αλλά ο πλανήτης του ήταν τόσο μικρός που δεν χωρούσε και τους δύο τι κρίμα στον έκτο πλανήτη βρήκε έναν γεωγράφ και αυτός του πρότεινε να επισκεφτεί τη γη έτσι λοιπόν ο μικρός πρίγκιπας βρέθηκε εδώ η γη ήταν ο έβδομος πλανήτης που επισκέφθηκε μεγάλος πλανήτης με τις εκατομμύρια ανθρώπους πάνω του και εκατομμύρια μεγάλους ανθρώπους που νομίζουν ότι καταλαμβάνουν πολύ χώρο σαν τα Μπαομπάπ αλλά συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο πού είναι όλοι οι άνθρωποι πρώτης ένα φίδι που βρέθηκε στο δρόμο του το φίδι του είπε όμως ότι είναι στην έρημο και στην έρημο δεν υπάρχουν πολλοί άνθρωποι τότε ο μικρός πρίγκιπας ανέβηκε σε ένα βουνό νόμιζε ότι έτσι θα βλέπει ολόκληρο το πλανήτη γη και τη βρίσκεται πάνω του πού να ήξερε όμως δεν βλέπεις τη γη από ένα βουνό μια μέρα όμως έφτασε σε ένα δρόμο και όπως όλοι ξέρουμε όλοι οι δρόμοι οδηγούν στους ανθρώπους πρώτη είδε ένα κήπο γεμάτο τριαντάφυλλα έμοιαζαν τόσο πολύ με το λουλούδι του εκεί που είχε αφήσει πίσω στον πλανήτη Φήτα 612 δεν έπρεπε ποτέ να του το πει ότι υπάρχουν χιλιάδες λουλούδια σαν κι αυτό εκείνο νόμιζε ότι ήταν το μοναδικό στο σύμπαν αλλά και στο λουλούδι του να μην το έλεγε εκείνος το είχε καταλάβει εκείνος δεν είχε το μοναδικό λουλούδι του ο οποίος εκείνος δεν είχε το μοναδικό λουλούδι στον κόσμο όπως νόμιζε δεν είμαι σπουδαίος σκέφτηκε δεν είμαι πλούσιος όχι όχι δεν είμαι ένας μικρός πρίγκιπας πώς να αντέξεις μια τέτοια γνώση ότι από τα ψηλά έχεις πατώσει ο μικρός πρίγκιπας έπεσε κάτω και έκλαψε για ώρες μέχρι που είδε μια αλεπού όχι μια οποιαδήποτε αλεπού αυτή ήταν μια αλεπού που τον παρακαλούσε να την εξημερώσει επέμενε όταν εξημερώνεις κάποιον έλεγε κάνεις κάτι πολύτιμο κανένας άνθρωπος δεν έχει χρόνο για τέτοιες τελετουργίες αλλά είναι αυτά που μας κάνουν μοναδικούς το έναν για τον άλλον έτσι έλεγε η αλεπού ο μικρός πρίγκιπας σκέφτηκε τότε το λουλούδι του πόσο χρόνο είχε αφιερώσει για να το εξημερώσει το είχε ποτίσει το είχε θροντίσει το είχε μιλήσει το είχε αγαπήσει κι όσο το σκεφτόταν αυτό τόσο χαιρόταν μα βέβαια πώς δεν το είχε καταλάβει πιο νωρίς δεν υπάρχει κανένα λουλούδι στον κόσμο σαν το λουλούδι του είναι μοναδικό το λουλούδι μου σκέφτηκε και γέλασε με ανακούφιση αλλά ένιωσε και λίγο άσχημα που το άφησε πίσω μόνο του εκεί που περπατούσε είδε και έναν κλειδούχο τρένο χώριζε τους επιβάτες για να ταξιδέψουν και του είπε πόσο πολύ βαριούνται τα ταξίδια οι επιβάτες κοιμούνται στα βαγόνια από τα χαζιμουρητά τους πέφτουν τα σαγόνια μόνο τα παιδιά κοιτούν το τζάμ ξέρουν που πάει το τρένο πότε φτάνει ο μικρός πρίγκιπα συνάντησε κι έναν έμπορο που πουλούσε ένα μικρό χάπι αυτό το χάπι κόβει τη δίψα και κερδίζεις 53 λεπτά από τη ζωή σου του είπε τόσα λεπτά ξοδεύει ο άνθρωπος για να πίνει νερό άκουγα την ιστορία του έμπορου καθώς έφτιαχνα τον κινητήρα του αεροπλάνου μου και έπινα την τελευταία γουλιά νερό από το παγούρι τώρα σκέφτηκα δεν έχουμε χρόνο για άλλες ιστορίες θα πεθάνουμε από τη δίψα το είπα στο μικρό πρίγκιπα κάπως θλιμμένος για αυτή τη διαπίστωση αλλά εκείνος δεν στενοχωρήθηκε καθόλου είναι ωραίο να έχεις αποκτήσει ένα φύλλο ακόμα κι αν είναι να πεθάνεις από τη δίψα μου είπε δείχνοντας την αλεπού του θέτε δε λάβετε δε λάβετε δείχνοντας την αλεπού του θέτε δε λάβετε τον κίνδυνο ή μήπως καταλάβετε πολύ περισσότερα με πιάσε απ' το χέρι και περπατήσαμε στην έρημο ήταν σίγουρος ότι θα βρούμε ένα πηγάδι γιατί όλα όσα επιθυμούμε υπάρχουν γύρω μας απλώς είναι όρατα πρέπει να ψάξεις για να τα δεις είχε δίκιο ένα πηγάδι ξεπρόβαλε μπροστά μας όχι ένα πηγάδι της έρημου ένα πηγάδι όπως αυτά που έχουν στα χωριά ήπιαμε και ξεδιψάσαμε και κοιτάξαμε τα αστέρια έφτασε η ώρα να φύγω μου είπε ο μικρός πριν υπάς καλύτερα να με αφήσεις εδώ να φύγω μόνος μου δεν είναι ωραίο το θέαμα όχι δεν θα το άντεχα να μην το ξαναδώ και την άλλη μέρα πήγα εκεί και τον βρήκα ήταν η ώρα που έφευγε το θέαμα που ήταν όντως αβάσταχτο μη στεναχωριέσαι μου είπε όταν θα κοιτάς τον ουρανό και τα αστέρια του θα ξέρεις ότι υπάρχω και εγώ σε κάποιον δεν θα ξέρεις σε ποιον γι' αυτό θα χαίρεσαι με όλα τα αστέρια κι αυτό είναι υπέροχο αυτά ήταν τα τελευταία του λόγια έφυγε λάμποντας και εξαφανίστηκε μια για πάντα άραγε το βρήκε το αστέρι του άραγε τρώει το αρνάκι που του ζωγράφισα τα μπαομπάπ άραγε βρήκε τρόπο να μην φάει το αρνάκι το μοναδικό πλούδι του κοιτάξτε τον ουρανό υπάρχει ένας μικρός πρίγκιπας εκεί πάνω που έχει όλες τις απαντήσεις μην κάνετε το κόπο να το πείτε στους μεγάλους δεν καταλαβαίνουν πόσο μεγάλη σημασία έχει αυτό